Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ
Ὁ σκοπός τοῦ Τριωδίου
σκοπός τῆς λειτουργικῆς περιόδου τοῦ Τριωδίου μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι νά μᾶς θυμίσει ὅλες τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες ἔκανε ἀπό τότε πού μᾶς δημιούργησε. Θέλει ἀκόμη ἡ Ἐκκλησία μας τήν περίοδο αὐτή νά μᾶς βοηθήσει νά μήν ξεχάσουμε πώς εἴμαστε πλάσματα τοῦ Θεοῦ μέ τελικό μας προορισμό τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό.
Τό Τριώδιο μᾶς μιλάει ἐπίσης καί γιά τά ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας, γιά τήν Ἀνάστασή Του καί τήν ἄνοδό του στούς οὐρανούς.
Οἱ Ὕμνοι τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀνεπανάληπτα κείμενα. Εἶναι κείμενα θεολογικά, δοξολογικά καί κατηχητικά. Οἱ θμνογράφοι ὑμνοῦν καί δοξάζουν. Γι' αὐτό καί δέν μποροῦμε νά τά θεωρήσουμε ἁπλῶς ὡς φιλολογικά κείμενα, ἀλλά ὡς ἀναπόσπαστα στοιχεῖα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς καί πράξης τῆς Ἐκκλησίας μας.
"Ὁ Δημιουργός τῶν ἄνω καί τῶν κάτω
Τρισάγιον μέν ὕμνον ἐκ τῶν Ἀγγέλων
Τριώδιον δέ παρ' ἀνθρώπων δέχου".
Οἱ παραπάνω στίχοι τοῦ Τριωδίου, πού ψάλλουμε τήν περίοδο αὐτή, ἀντί γιά προοίμιο, μιλοῦν γιά τούς Ἀγγέλους πού ἀναπέμπουν στόν Δημιουργό τῶν ἄνω τόν τρισάγιο ὕμνο, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ψάλλουν πρός τόν Δημιουργό τῶν κάτω ἀγγελικούς ὕμνους. Ἀπό αὐτούς τούς τριωδίους ὕμνους -τρεῖς ὠδές-ἔλαβε καί τό ὄνομά της ἡ περίοδος τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους πού διανύουμε. Ἀνάλογα μέ τόν ἰδιαίτερο χαρακτήρα του, παλαιότερα, τό διέκριναν σέ Τριώδιον Κατανυκτικόν, ἀπό τήν ἀρχή μέχρι καί τό Πάσχα, καί σέ Τριώδιον Χαρμόσυνον ἀπό τό Πάσχα μέχρι τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, πού κατακλείει τόν κύκλο τῶν κινητῶν ἑορτῶν. Τό ξεχωριστό λειτουργικό βιβλίο περιλαμβάνει τίς καθημερινές Ἀκολουθίες καί χωρίζεται : α) στήν προπαρασκευαστική περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, β) στήν Μεγάλη Σαρακοστή, καί γ) στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα.
Ἅγιος Ταράσιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως (25 Φεβρουαρίου)
Ἅγιος Ταράσιος γεννήθηκε, ἀνατράφηκε καί ἐκπαιδεύθηκε στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί εὐγενεῖς, τόν Γεώργιο, κριτή καί πατρίκιο καί τήν Εὐκρατία. Λόγω τῆς μεγάλης του μορφώσεως ἀνυψώθηκε στό ἀξίωμα τοῦ πρωτασηκρίτου.
Οἱ ἐκκλησιαστικές περιστάσεις τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν ἀρκετά σοβαρές. Ὑπῆρχε ἀκόμα ὁ πόλεμος τῶν εἰκονομάχων, ἡ δέ θέση τῶν Ὀρθοδόξων ἔγινε ἀκόμη πιό δύσκολη διά τοῦ θανάτου τοῦ Πατριάρχου Παύλου Δ’ τοῦ Κυπρίου (780 – 781 μ.Χ.). Ἡ βασίλισσα Εἰρήνη ἡ Ἀθηναία, ἡ ὁποία ἐπιτρόπευε τόν ἀνήλικο υἱό της Κωνσταντῖνο ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.), κατανόησε, ὅτι χρειαζόταν ἐκκλησιαστικός ἡγέτης μέ εὐσέβεια, θεολογική κατάρτιση καί διοικητική ἱκανότητα, γιά νά μπορέσει νά ἀνταποκριθεῖ στίς περιστάσεις καί τά προβλήματα. Ἔτσι ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινου-πόλεως ἀπό τούς λαϊκούς ὁ Ἅγιος Ταράσιος παρά τίς ἐπίμονες ἀρνήσεις του, ἀφοῦ ἔλαβε ὑπόσχεση ἀπό τούς βασιλεῖς, ὅτι θά συγκληθεῖ Οἰκουμενική Σύνοδος πού θά ἀντιμετωπίσει τά διάφορα θεολογικά ζητήματα καί τά ἐκκλησιαστικά θέματα. Ἡ χειροτονία τοῦ νέου Πατριάρχου ἔγινε στίς 25 Δεκεμβρίου 784 μ.Χ.
Ἅγιος Ρηγίνος ὁ Ἱερομάρτυρας (25 Φεβρουαρίου)
Ἅγιος Ρηγίνος γεννήθηκε στή Λεβάδεια τῆς Βοιωτίας στίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰῶνα μ.Χ. ἀπό εὐσεβεῖς καί ἐνάρετους γονεῖς, οἱ ὁποῖοι τόν βοήθησαν νά λάβει τή θύραθεν παιδεία ἀλλά καί τήν ὀρθόδοξη ἀγωγή. Ἡ ἀγάπη του γιά τόν Κύριο καί ἡ πνευματική του πρόοδος τόν μεταμόρφωσαν σέ σκεῦος ἐκλογῆς καί σέ ναό τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ὁ Ἅγιος ἔζησε τήν ἐποχή πού βασίλευσαν οἱ δύο υἱοί τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ μέν Κωνστάντιος στήν Κωνσταντινούπολη (Ἀνατολή), ὁ δέ Κώνστας στή Ρώμη (Δύση). Καί οἱ δύο διάδοχοι τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου εἶχαν ἀνατραφεῖ μέ τίς ἀρχές τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀλλά ὁ μέν Κωνστάντιος εἶχε συνειδητά ἀποδεχθεῖ τόν Ἀρειανισμό, ὁ δέ Κώνστας παρέμεινε πιστός στίς δογματικές ἀποφάσεις τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καί οἱ δύο εἶχαν ὡς κοινά χαρακτηριστικά τῆς θρησκευτικῆς τους πολιτικῆς, ἀφ’ ἑνός μέν τήν καταπολέμηση τῆς ἐθνικῆς θρησκείας, ἀφ’ ἑτέρου δέ τήν ὑπεράσπιση τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἐκκλησιαστική τους πολιτική εἶχε ὡς συνέπεια ὄχι μόνο τή συντήρηση, ἀλλά καί τήν διεύρυνση τῆς ἐκκλησιαστικῆς διασπάσεως μεταξύ τῶν ὀπαδῶν καί τῶν ἀντιπάλων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Οἱ συνεχεῖς παρεμβάσεις, αὐθαίρετες ἢ μή, στά ἐκκλησιαστικά πράγματα ὑπῆρξαν πηγή ἐντάσεως στίς ἀρειανικές ἔριδες τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ.