Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ
Ὁ σκοπός τοῦ Τριωδίου
σκοπός τῆς λειτουργικῆς περιόδου τοῦ Τριωδίου μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι νά μᾶς θυμίσει ὅλες τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες ἔκανε ἀπό τότε πού μᾶς δημιούργησε. Θέλει ἀκόμη ἡ Ἐκκλησία μας τήν περίοδο αὐτή νά μᾶς βοηθήσει νά μήν ξεχάσουμε πώς εἴμαστε πλάσματα τοῦ Θεοῦ μέ τελικό μας προορισμό τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό.
Τό Τριώδιο μᾶς μιλάει ἐπίσης καί γιά τά ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας, γιά τήν Ἀνάστασή Του καί τήν ἄνοδό του στούς οὐρανούς.
Οἱ Ὕμνοι τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀνεπανάληπτα κείμενα. Εἶναι κείμενα θεολογικά, δοξολογικά καί κατηχητικά. Οἱ θμνογράφοι ὑμνοῦν καί δοξάζουν. Γι' αὐτό καί δέν μποροῦμε νά τά θεωρήσουμε ἁπλῶς ὡς φιλολογικά κείμενα, ἀλλά ὡς ἀναπόσπαστα στοιχεῖα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς καί πράξης τῆς Ἐκκλησίας μας.
"Ὁ Δημιουργός τῶν ἄνω καί τῶν κάτω
Τρισάγιον μέν ὕμνον ἐκ τῶν Ἀγγέλων
Τριώδιον δέ παρ' ἀνθρώπων δέχου".
Οἱ παραπάνω στίχοι τοῦ Τριωδίου, πού ψάλλουμε τήν περίοδο αὐτή, ἀντί γιά προοίμιο, μιλοῦν γιά τούς Ἀγγέλους πού ἀναπέμπουν στόν Δημιουργό τῶν ἄνω τόν τρισάγιο ὕμνο, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ψάλλουν πρός τόν Δημιουργό τῶν κάτω ἀγγελικούς ὕμνους. Ἀπό αὐτούς τούς τριωδίους ὕμνους -τρεῖς ὠδές-ἔλαβε καί τό ὄνομά της ἡ περίοδος τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους πού διανύουμε. Ἀνάλογα μέ τόν ἰδιαίτερο χαρακτήρα του, παλαιότερα, τό διέκριναν σέ Τριώδιον Κατανυκτικόν, ἀπό τήν ἀρχή μέχρι καί τό Πάσχα, καί σέ Τριώδιον Χαρμόσυνον ἀπό τό Πάσχα μέχρι τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, πού κατακλείει τόν κύκλο τῶν κινητῶν ἑορτῶν. Τό ξεχωριστό λειτουργικό βιβλίο περιλαμβάνει τίς καθημερινές Ἀκολουθίες καί χωρίζεται : α) στήν προπαρασκευαστική περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, β) στήν Μεγάλη Σαρακοστή, καί γ) στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα.
Ἅγιος Δαβὶδ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ουαλίας (1 Μαρτίου)
Ἅγιος Δαβίδ καταγόταν ἀπό τήν Οὐαλία καί ἀνατράφηκε μέ παιδεία καί νουθεσία Κυρίου. Ἀπό νεαρά ἡλικία ἀκολούθησε τό μοναχικό βίο καί ἐκάρη μοναχός. Ἀποσύρθηκε στή νῆσο τοῦ Οὐάϊτ, καθοδηγούμενος ἀπό τόν Γέροντα Παυλίνο. Κήρυξε πρός τούς Βρετανούς καί ἀνοικοδόμησε ναό στήν πόλη Γκλαστένμπουρυ, ὅπου κατά τήν παράδοση κήρυξε ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας πού εἶχε, κατά τήν παράδοση, μαζί του τό Ποτήριον τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου καί τόν Ἀκάνθινο Στέφανο τοῦ Κυρίου.
Ὁ Ἅγιος Δαβίδ ἵδρυσε δώδεκα μοναστήρια στά ὁποῖα ἐπέβαλε τούς κανόνες τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ μοναχοί μιλοῦσαν σπάνια καί ὡς κύριο ἔργο τους εἶχαν τήν προσευχή.
Ὁ Ἅγιος ἔλαβε μέρος σέ δύο Συνόδους κατά τοῦ Πελαγιανισμοῦ, πού ἔγιναν στήν πόλη Μπρέβυ τό 512 ἢ 519 μ.Χ. καί στήν πόλη Βικτόρια λίγο ἀργότερα. Κατά τήν διάρκεια τῆς Συνόδου ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος Οὐαλίας, ἀλλά ἀποδέχθηκε τήν ἐκλογή του μετά ἀπό πολλές πιέσεις.
Ὁ Ἅγιος Δαβίδ κοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη τό ἔτος 544 μ.Χ.
Ἁγία Ἀντωνίνα ἡ Μάρτυς (1 Μαρτίου)
Ἁγία Μάρτυς Ἀντωνίνα καταγόταν ἀπό τήν πόλη Νίκαια τῆς Βιθυνίας καί ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ὄντας Χριστιανή, φανερώθηκε στόν Μαξιμιανό, ὅταν ἀναχώρησε γιά τήν Νίκαια καί ὁμολόγησε μέ τόλμη γνώμης τόν Χριστό. Γι’ αὐτό βασανίσθηκε καί ὁδηγήθηκε στή φυλακή. Ἀφοῦ τήν ἔβγαλαν ἀπό τή φυλακή, τήν πίεσαν μέ τήν βία νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Ἡ Ἁγία δέν δέχθηκε καί παρέμενε σταθερή στήν πίστη της. Τότε οἱ δήμιοι τήν κρέμασαν καί τῆς ἔγδαραν τά πλευρά. Ἔπειτα τήν τοποθέτησαν πάνω σέ πυρακτωμένη σχάρα, ἀλλά καί μετά ἀπό αὐτό τό μαρτύριο ἡ Ἁγία παρέμεινε ἀβλαβής.
Στή συνέχεια, ἀφοῦ τήν ἔβαλαν σέ σάκο, τήν ἔριξαν στή λίμνη τῆς Νίκαιας, στήν ὁποία βρῆκε τό μαρτυρικό θάνατο καί ἔλαβε τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἁγία Εὐδοκία ἡ Μάρτυς (1 Μαρτίου)
Ἁγία Μάρτυς Εὐδοκία καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἠλιούπολη, τῆς ἐπαρχίας Λιβανησίας Φοινίκης καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.). Στὸν πρότερό της βίο ζοῦσε ζωὴ ἀκόλαστη μέσα στὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία. Ὅμως ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ φώτισε τὴν καρδιά της καὶ μὲ τὶς νουθεσίες κάποιου γέροντος μοναχοῦ, ποὺ ὀνομαζόταν Γερμανός, μετανόησε. Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ εἶδε ὀπτασία, προσῆλθε στὸν Ἐπίσκοπο Θεόδοτο καὶ βαπτίσθηκε. Ἡ ὀπτασία ἦταν ἡ ἑξῆς: Παρατηροῦσε Ἄγγελο Θεοῦ νὰ ὁδηγεῖ αὐτὴν πρὸς τὸν οὐρανὸ καὶ ἄλλους Ἀγγέλους νὰ τὴ συγχαίρουν, ἐνῷ τὴν ἴδια στιγμὴ κάποιος μαῦρος οὔρλιαζε καὶ ἔλεγε ὅτι ἀδικεῖται πάρα πολύ, ἐπειδὴ ἡ Εὐδοκία ἔγινε Χριστιανή.
Μετὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννησή της καὶ τὴν καλὴ ἀλλοίωσή της, διαμοίρασε τὰ πλούτη της στοὺς πτωχοὺς καὶ κατέφυγε σὲ μοναστήρι, ὅπου ἐσχόλαζε στὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς.
Ὅμως κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς πρώην ἐραστές της ὡς Χριστιανὴ καὶ συνελήφθη. Ὁδηγήθηκε στὸ βασιλέα Αὐρηλιανό, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστὸ καὶ τιμωρήθηκε. Ἀλλὰ ἀφοῦ ἀνέστησε μὲ τὴν προσευχή της τὸν υἱὸ τοῦ βασιλέως, ποὺ εἶχε πεθάνει, τὸν ἔπεισε νὰ πιστέψει στὸν Κύριο. Καὶ τότε ἀπελευθερώθηκε. Ἀργότερα ὅμως συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Ἡλιουπόλεως Βικέντιο καὶ ἀποκεφαλίσθηκε.
Ἔτσι ἡ Ἁγία Μάρτυς Εὐδοκία ἔλαβε τὸν ἀμάραντο στέφανο τῆς δόξας καὶ εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου της.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Φόβον ἔνθεον, ἀναλαβοῦσα, κόσμου ἔλιπες, τὴν εὐδοξίαν, καὶ τῷ Λόγῳ Εὐδοκία προσέδραμες· οὗ τὸν ζυγὸν τῇ σαρκί σου βαστάσασα, ὑπερφυῶς ἠγωνίσω δι' αἵματος. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ εὐδοκήσας ἐκ βυθοῦ ἀπωλείας, πρὸς εὐσεβείας τὸν ἀκρότατον ὅρον, ἀναγαγεῖν σε ἔνδοξε ὡς λίθον ἐκλεκτόν, οὗτος καὶ τὸν βίον σου, τῇ ἀθλήσει λαμπρύνας, χάριν ἰαμάτων σοι, Εὐδοκία παρέχει· ὃν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἡμᾶς, Ὁσιομάρτυς, Ἀγγέλων ἐφάμιλλε.
Μεγαλυνάριον.
Χάρις εὐδοκίας τῆς θεϊκῆς, νύμφην σε τοῦ Λόγου, ἀπειργάσατο ἐκλεκτήν, ἤθεσιν ὁσίοις, καὶ αἵματι Μαρτύρων, θεόφρον Εὐδοκία, περιαστράπτουσαν.
Ὅσιος Μαρτύριος ἐκ Ρωσίας (1 Μαρτίου)
Ὅσιος Μαρτύριος τοῦ Ζελένσκ, κατά κόσμον Μηνᾶς, γεννήθηκε στήν πόλη Βελίκι Λούκι τῆς Ρωσίας κατά τόν 16ο αἰῶνα μ.Χ. ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί φιλόθεους, τόν Κοσμᾶ καί τήν Σταφανίδα, οἱ ὁποῖοι πέθαναν δέκα χρόνια μετά τήν γέννησή του. Τήν κατά Θεόν διαπαιδαγώγησή του καί φροντίδα τοῦ μικροῦ Μηνᾶ ἀνέλαβε ἕνας πνευματικός καί ἀγαθός λευΐτης τοῦ ναοῦ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς γενέτειράς του, πού λίγο ἀργότερα ἔγινε μοναχός στή μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ὀνομάστηκε Βογολέπιος. Ὁ Ὅσιος ἐπισκεπτόταν τακτικά τόν γέροντά του καί λίγο ἀργότερα, ἰκανοποιώντας τόν πόθο τῆς ψυχῆς του, κείρεται μοναχός καί λαμβάνει τό ὄνομα Μαρτύριος. Μετά ἀπό ἑπτά χρόνια ἀσκήσεως καί προσευχῆς ὁ Ὅσιος, μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του, πῆρε μαζί του τήν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Τιχβίν καί ᾖλθε στή νῆσο Βέρντε, κοντά στήν περιοχή Ζελένσκ, ὅπου καί ἀσκήτευε. Ἐκεῖ ἔκτισε ἕνα μικρό ναό πρός τιμήν τοῦ Κυρίου καί τῆς Θεοτόκου.
Ἕνα βράδυ, μετά τήν προσευχή του, εἶδε ξαφνικά στό ὄνειρό του τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας νά ἐπιπλέει πάνω στό νερό. Ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ κάλεσε τόν Ὅσιο νά πάει νά βρεῖ τήν ἱερή εἰκόνα. Πράγματι, ὁ Ὅσιος Μαρτύριος κατέβηκε στήν λίμνη καί εἶδε τήν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου νά ἐπιπλέει ἐπάνω στό νερό. Τότε τήν πῆρε μέ εὐλάβεια καί δέος καί τήν μετέφερε στόν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του.
Τό ἔτος 1570, ὁ Ὅσιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Νόβγκοροντ καί διορίσθηκε ὡς ἡγούμενος τό ἔτος 1582.
Ὁ Ὅσιος Μαρτύριος κοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1603. Παραδίδοντας τήν ἁγία ψυχή του στόν Κύριο ἀνέπεμψε τήν τελευταία ἐπί γῆς ἱκεσία του: «Κύριε, χάρισε τήν εἰρήνη σέ ὅλους τούς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς».