Περί του Τίμιου Σταυρού εκ των Ιερών κανόνων και εκ των Ιερών Πατέρων
Φώτιος δε ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως εν επιστολή Α'. λέγει: «Τον τίμιον Σταυρόν προοκυνούμεν, εν ω το δεσποτικόν έξετανίσθη σώμα. Και το του κόσμον καθάρσιον ανέβλυσεν αίμα· και η του ξύλον φύσις ταις εκείθεν ροαίς αρδευθείσα, την αγήρω ζωήν εβλάστησεν αντί του θανάτου. Ούτω τον τύπον του Σταυρού προσκυνούμεν, δι' ον δαιμόνων ελαύνεται στίφη, και πάθη θεραπεύεται ποικίλα της άπαξ εν τω πρωτοτύπω χάριτος και δυνάμεως ενεργηθείσης και μέχρις αυτών των τύπων, μετα της ομοίας ενεργείας συμπροϊούσης (Φωτίου, Επιστ. έκδ. Λονδίνου 1651 σελ. 16-17).
Και Ιερώνυμος πρεσβύτερος Ιεροσολύμων περί προσκυνήσεως του τιμίου Σταυρού προβληθείσης αυτώ της εξής ερωτήσεως :
«Της Γραφής υμών μηδαμού επιτρεπούσης υμίν προσκυνείν τον Σταυρόν, τίνος χάριν λοιπόν αυτόν προσκυνείτε; Είπατε ημίν τοις Ιουδαίοις και Έλλησι και πάσι τοις επιρωτώσιν υμάς έθνεσιν» έδωκε την απόκρισιν ταύτην : «Δια τούτο, ω ανόητοι και αναιδείς τη καρδία, τάχα συνεχώρησεν ο Θεός παντί έθνει σεβομένω τον Θεόν, πάντως προσκυνείν το επί της γης έργον ανθρώπου υπάρχον, ίνα μηκέτι δύνωνται εγκαλείν τοις χριστιανοίς περί του Σταυρού, και της των εικόνων προσκυνήσεως. Ώσπερ ουν ο Ιουδαίος προσεκύνει την κιβωτόν της διαθήκης και τας δύο πλάκας, ας ελάξευσε Μωυσής, μηδαμού επιτραπείς υπό του Θεού πάντα προσκυνείν ή ασπάζεσθαι· ούτω και οι χριστιανοί ουχ' ως Θεόν τον Σταυρόν ασπαζόμεθα, αλλά δεικνύντες την της ψυχής ημών γνησίαν προς τον σταυρωθέντα διάθεσιν» ( PG 40, 865).
Και τέλος ο πολύς και θεολογικώτατος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει περί του τιμίου Σταυρού τα εξής σπουδαιότατα :
«Ο λόγος ο του Σταυρού, τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί. Τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού έστι... Πάσα μεν πράξις και θαυματουργία του Χριστού μεγίστη και θεία και θαυμαστή· Αλλά πάντων εστί θαυμαστότερον, ο τίμιος αυτού Σταυρός· ουδενός γαρ ετέρου ο θάνατος κατήργηται, η του προτάτορος αμαρτία λέλυται, ο άδης εσκύλευται, η Ανάστασις δεδώρηται, δύναμις ημίν του καταφρονείν του παρόντος και αυτού του θανάτου δέδοται. Η προς την αρχαίαν μακαριότητα επάνοδος κατώρθωται, πύλαι παραδείσου ηνοίχθησαν, η φύσις ημών εκ δεξιών του πατρός κεκάθηκε, τέκνα Θεού και κληρονόμοι γεγόναμεν, ειμή δια του Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού· διά Σταυρού πάντα ταύτα κατώρθωται. Όσοι γαρ εβαπτίσθημεν εις Χριστόν, φησίν ο Απόστολος εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν, όσοι δε εις Χριστόν εβαπτίσθημεν Χριστόν ενεδυσάμεθα· Χριστός δε έστι Θεού δύναμις και Θεού σοφία· Ιδού ο θάνατος του Χριστού, ήτοι ο Σταυρός την ενυπόστατον του Θεού σοφίαν και δύναμιν ημάς περιέβαλε· δύναμις δε Θεού εστιν ο λόγος ο του Σταυρού, ή ότι το δυνατόν του Θεού ήτοι η κατά του θανάτου νίκη δι' αυτού ημίν πεφανέρωται, ή ότι ώσπερ τα τέσσαρα άκρα του Σταυρού δια του μέσου κέντρου κρατούνται καί συσφίγγονται ούτω δια της του Θεού δυνάμεως, το τε ύφος και το βάθος, μήκός τε και πλάτος, ήτοι πάσα ορατή τε και αόρατος κτίσις συνέχεται.
«Ούτος ημίν σημείον δέδοται επί του μετώπου ον τρόπον τω Ισραήλ η περιτομή· δι' αυτού γαρ οι πιστοί των απίστων αποδιΐστάμεθα και γνωριζόμεθα. Ούτος θυρεός και όπλον και τρόπαιον κατα του διαβόλου ούτος σφραγίς ίνα μη θίγη ημών ο ολεθρεύων, ως η Γραφή φησίν ούτος των κειμένων ανάστασις, των εστώτων στήριγμα, ασθενών βακτηρία, ποιμαινομένων ράβδος, επιστρεφόντων χειραγωγία, προκοπτόντων τελείωσις, φυγής σωτηρία και σώματος, πάντων των κακών αποτρόπαιον πάντων των αγαθών πρόξενος, αμαρτίας αναίρεσις, φυτόν αναστάσεως, ξύλον της ζωής αιωνίου.
Αυτό μεν ουν το τίμιον ξύλον ως αληθώς και σεβάσμιον, εν ω εαυτόν εις θυσίαν υπέρ ημών Χριστός προσενήνοχεν, ως αγιασθέν τη αφή του αγίου σώματος, και αίματος, εικότως προσκυνητέον, τους ήλους, την λόγχην, τα ενδύματα, και τα ιερά αυτού σκηνώματα· άτινά εισιν η φάτνη το σπήλαιον, ο Γολγοθάς, ο Σταυρός, ο ζωοποιός τάφος η Σιών των εκκλησιών η Ακρόπολις και τα όμοια ως φησιν ο Θεοπάτωρ Δαβίδ·εισελευσόμεθα εις τα σκηνώματα αυτού προσκυνήσωμεν εις τον τόπον ον έστησαν οι πόδες αυτού. Ότι δε τον Σταυρόν λέγει, δηλοί το επόμενον, «ανάστηθι Κύριε εις την ανάπαυσίν σου»· έπεται γαρ τω Σταυρώ η ανάστασις· ει γαρ των ερωμένων ποθητόν οίκος, και κλίνη και περιβόλαιον, πόσον μάλλον τα τον Θεού και Σωτήρος δι' ων και σεσώμεθα;
«Προσκυνούμεν δε και τον τύπον του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού ει και εξ ετέρας ύλης γένοιται, ου την ύλην τιμώντες μη γένοιτο, αλλά τον τύπον ως Χριστού σύμβολον έφη γαρ τοις εαυτού μαθηταίς διατιθέμενος, τότε φανήσεται το σημείον τον υιού τον άνθρωπον εν τω ουρανώ, τον Σταυρόν λέγων· διο και ταις γυναιξίν έλεγεν ο της αναστάσεως άγγελος. Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον και ο Απόστολος, ημείς δε κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον· πολλοί μεν Χριστοί και Ιησοί, αλλά εις ο εσταυρωμένος· ουκ είπε λελογχευμένον, αλλ' εσταυρωμένον.
«Προσκυνητέον τοίνυν το σημείον του Σταυρού· ένθα γαρ αν η το σημείον, εκεί και αυτός έσται, την δε ύλην εξ ης ο τύπος τον Σταυρού συνίσταται ει και χρυσός, ή λίθοι είεν τίμιοι, μετά την του τύπου, ει τύχοι διάλυσιν, ον προσκυνητέον.
«Πάντα τοίνυν τα Θεώ ανακείμενα προσκυνούμεν, αυτώ το σέβας προσάγοντες.
«Τούτον τον τίμιον Σταυρόν προετύπωσε το ξύλον της ζωής, το εν τω Παραδείσω υπό Θεού πεφυτευμένον· επειδή γαρ δια του ξύλου ο θάνατος, έδει δια ξύλου δωρηθήναι την ζωήν και την ανάστασιν· Ιακώβ προσκύνησας το άκρον της ράβδου, ενηλλαγμέναις ταις χερσί τους υιούς Ιωσήφ ευλογήσας, και το σημείον του Σταυρού διαγράφει σαφέστατα· ράβδος Μωσαϊκή, σταυροτύπως την θάλασσαν πλήξασα και σώσασα μεν τον Ισραήλ, Φαραώ δε βυθίσασα· χείρες σταυροειδώς εκτεινόμενοι και τον Αμαλήκ τροπούμεναι· ξύλω πικρόν ύδωρ γλυκαινόμενον, και πέτρα ρηγνυμένη και προχέουσα νάματα· ράβδος τω Ααρών το της ιεραρχίας αξίωμα χρηματίζει· όφις επί ξύλου θριαμβευόμενος, ως νενέκρωται επί τον ξύλον, τους νεκρόν ορώντας τον εχθρόν διασώζειται τους πιστεύοντας, όντως Χριστός εν σαρκί αμαρτίαν ουκ ειδυία αμαρτίας προσήλωσεν. Μωσής ο μέγας όψεσθε, βοών, την ζωήν υμών επί ξύλον κρεμαμένην απέναντι των οφθαλμών υμών». Τον τίμιον του Κυρίου Σταυρόν νοεί.
Ησαΐας όλην την ημέραν, λέγει διεπέτασα τας χείρας μου προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα. Οι τούτο προσκυνούντες, της μερίδος τύχοιμεν Χριστού τον εσταυρωμένου· Αμήν· (Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ορθοδόξου πίστεως § πή).